- στρουθοκαμηλισμός
- οτο να συμπεριφέρεται κάποιος σαν τη στρουθοκάμηλο, η οποία κρύβει το κεφάλι της όταν παρουσιάζεται κίνδυνος, νομίζοντας πως έτσι θα τον αποφύγει: Η αντιπολίτευση κατέκρινε το στρουθοκαμηλισμό της κυβέρνησης μπροστά στους μεγάλους κινδύνους που απειλούν τη χώρα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.